Συχνές Ερωτήσεις

Ερώτηση 1: Θα μπορούσε η Ιστορία να διδάσκεται σε συνεχόμενα σαραντάλεπτα;»

Ναι, θα μπορούσε η Ιστορία να διδάσκεται σε συνεχόμενα σαραντάλεπτα. Ειδικά για την ενότητα των Επισκοπήσεων αυτή η εισήγηση δίνεται ως προϋπόθεση για αποτελεσματικότερα μαθησιακά αποτελέσματα. Αυτή όμως η πρακτική, πιθανότατα να μην μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις τάξεις ή σε όλα τα σχολεία – σε τέτοιες περιπτώσεις, ο/η κάθε εκπαιδευτικός προσαρμόζει τη διδασκαλία στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τάξης του/της. Ναι, θα μπορούσε η Ιστορία να διδάσκεται σε συνεχόμενα σαραντάλεπτα. Ειδικά για την ενότητα των Επισκοπήσεων αυτή η εισήγηση δίνεται ως προϋπόθεση για αποτελεσματικότερα μαθησιακά αποτελέσματα. Αυτή όμως η πρακτική, πιθανότατα να μην μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις τάξεις ή σε όλα τα σχολεία – σε τέτοιες περιπτώσεις, ο/η κάθε εκπαιδευτικός προσαρμόζει τη διδασκαλία στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τάξης του/της.

Ερώτηση 2: Οι διδακτικές προτάσεις αποτελούν οδηγό τον οποίο πρέπει όλοι οι εκπαιδευτικοί να ακολουθούν στα πλαίσια εφαρμογής των ΝΑΠ;»

Το νέο εκπαιδευτικό υλικό που βρίσκεται στη διάθεση των εκπαιδευτικών που διδάσκουν Ιστορίας, Γ΄ τάξης αποτελείται από τις ακόλουθες εκδόσεις, οι οποίες αλληλοσυμπληρώνουν η μια την άλλη:
  • Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (2012). Διδακτικές προτάσεις και ιδέες για εκπαιδευτικούς που διδάσκουν Ιστορία Γ΄ τάξης Δημοτικού. Λευκωσία: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων.
  • Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (2012). Τι αλλάζει και τι μένει το ίδιο από την Παλαιολιθική Εποχή μέχρι Σήμερα – Κάρτες Εργασίας Γ΄ τάξης. Λευκωσία: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων.
  • Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (2012). H Ιστορία μου, οι ιστορίες μου, η ιστορία μας, οι ιστορίες μας – Φύλλα Εργασίας Γ΄ τάξης. Λευκωσία: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων.
Οι πιο πάνω εκπαιδευτικές εκδόσεις υποστηρίζονται από τον ιστότοπο του μαθήματος της Ιστορίας. Στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα φιλοξενείται συνοδευτικό μαθησιακό υλικό για τις θεματικές ενότητες που αναλύονται στα βιβλία, καθώς και επιμορφωτικό υλικό, εκπαιδευτικές διαδικτυακές συνδέσεις, χρήσιμες ανακοινώσεις και εκπαιδευτικά νέα με κύριο στόχο την ενίσχυση του έργου των εκπαιδευτικών που διδάσκουν Ιστορία στο Δημοτικό Σχολείο.

Όπως δηλώνεται από τον τίτλο της, η έκδοση «Διδακτικές προτάσεις και ιδέες για εκπαιδευτικούς που διδάσκουν Ιστορία Γ΄ τάξης Δημοτικού» περιέχει, εκτός από το θεωρητικό πλαίσιο και τους βασικούς άξονες της νέας προσέγγισης, και συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς η θεωρία μπορεί να γίνει πράξη μέσα από τις θεματικές ενότητες των ΝΑΠ Ιστορίας. Στην έκδοση αυτή περιγράφεται μια σειρά από συγκεκριμένες προτεινόμενες πορείες διδασκαλίας, με τρόπο που να ενδυναμώνεται, κλιμακωτά, η ανάπτυξη του ιστορικού γραμματισμού καθ’όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.

Είναι αυτονόητο ότι στις Διδακτικές Προτάσεις θα γίνονται διαφοροποιήσεις, ώστε να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε τάξης και κατ’ επέκταση στα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες κάθε παιδιού. Ως εκπαιδευτικοί, είμαστε ελεύθεροι να σχεδιάσουμε και να εφαρμόσουμε δικές μας μαθησιακές διαδικασίες - σε τέτοια περίπτωση, βασικές επιδιώξεις θα πρέπει να είναι:
  • η παράλληλη ανάπτυξη γνώσης περιεχομένου (γεγονότα του παρελθόντος) και επιστημολογικής κατανόησης (μέθοδοι και εργαλεία οικοδόμησης ιστορικής γνώσης).
  • η διασφάλιση μιας διαδικασίας συνοικοδόμησης της γνώσης, μέσα από τον ελεύθερο διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων, στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ όλων των εμπλεκομένων στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Το νέο αυτό εκπαιδευτικό υλικό, βεβαίως, δεν αποτελεί μια «τελική» έκδοση, αλλά αναμένουμε ότι θα εξελίσσεται στην πορεία των χρόνων και θα εμπλουτίζεται τακτικά βάσει των ερευνητικών ευρημάτων των επιστημών της Παιδαγωγικής και της Ιστορίας· αλλά και μέσα από την συνεισφορά διδακτικών προτάσεων από τους ίδιους τους/τις εκπαιδευτικούς. Άλλωστε, αυτό συνάδει τόσο με τη φιλοσοφία και τις επιδιώξεις του νέου Αναλυτικού Προγράμματος, όσο και με την ίδια την εξέλιξη της Επιστήμης της Ιστορίας.

Eρώτηση 3: Είναι αναγκαία η χρήση των διδακτικών εγχειριδίων; Πολλές φορές αυτό είναι χρονοβόρο και δημιουργεί πρακτικά προβλήματα.»

Οι αναφορές στις Διδακτικές Προτάσεις, οι οποίες παραπέμπουν στην αξιοποίηση των διδακτικών, σχολικών εγχειριδίων που εκδίδονταν μέχρι τώρα, βασίζονται στην ιδέα ότι στοχεύουμε στο να βοηθήσουμε τα παιδιά να κατανοήσουν ότι τα σχολικά εγχειρίδια, όπως και οποιαδήποτε άλλη πηγή, μπορούν να μας δώσουν τεκμήρια που απαντούν διάφορα ιστορικά ερωτήματα. Μέσα από τις Διδακτικές Προτάσεις και με τη βοήθεια των Φύλλων Εργασίας, τα σχολικά εγχειρίδια χρησιμοποιούνται στις περιπτώσεις εκείνες που θεωρείται ότι μπορούν να συνεισφέρουν στις ιστορικές διερευνήσεις των παιδιών, επομένως εντάσσονται στη μαθησιακή διαδικασία ως συγκεκριμένο είδος πηγών. Σε αυτή τη διαδικασία-ιστορική διερεύνηση, τα σχολικά εγχειρίδια δεν αποτελούν τη «μόνη πηγή της ‘αυθεντικής’ γνώσης», αλλά υπόκεινται σε κριτική, όπως όλες οι υπόλοιπες πηγές. Θεωρείται αυτονόητο ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν την ευχέρεια να τροποποιήσουν τις συγκεκριμένες δραστηριότητες που προτείνονται στις Διδακτικές Προτάσεις, ώστε αυτές να μπορούν να διερευνηθούν χωρίς την αξιοποίηση των σχολικών εγχειριδίων, αλλά με τη χρήση άλλων πηγών που τα ίδια τα παιδιά και οι εκπαιδευτικοί θα μοιραστούμε με την ολομέλεια της τάξης. Επιπρόσθετα, οι εκπαιδευτικοί μπορούμε να αξιοποιήσουμε κατά τον ίδιο τρόπο τα σχολικά εγχειρίδια και σε άλλες περιπτώσεις ή ακόμα και σε άλλα γνωστικά αντικείμενα, πέραν αυτών που προτείνονται στις διδακτικές προτάσεις.

Ερώτηση 4: Μπορεί να μειωθεί η έκταση της εισαγωγικής ενότητας στην Γ΄ τάξη;»

Στην Εισαγωγική Ενότητα «Η ιστορία μου, οι ιστορίες μου, η ιστορία μας, οι ιστορίες μας», τα παιδιά εξερευνούν θέματα που σχετίζονται με την προσωπική τους ιστορία, την ιστορία της οικογένειάς τους, του τμήματός τους και του σχολείου τους. Τονίζεται ότι αν και η Εισαγωγική Ενότητα αναφέρεται σε θέματα που «παραδοσιακά» δεν θεωρούνται ιστορικά, εντούτοις αποτελεί μια διεθνώς διαδεδομένη, ερευνητικά τεκμηριωμένη πρακτική, η οποία στοχεύει στο να συνδέσει την προσωπική εμπειρία των παιδιών με θέματα ιστορικής διερεύνησης, να αναδείξει εφαρμογές της ιστορικής διερεύνησης σε θέματα της καθημερινής ζωής και να τονίσει την εξελικτική σχέση του παρελθόντος με το παρόν. Είναι σημαντικό να έχουμε υπόψη πως, πέρα από την κατανόηση εννοιών και την απόκτηση συγκεκριμένων δεξιοτήτων, η ενότητα αυτή στόχο έχει επίσης να βοηθήσει τα παιδιά να αναπτύξουν συγκεκριμένες στάσεις, όπως για παράδειγμα: να επιδεικνύουν σεβασμό προς τα τεκμήρια· να εκτιμούν τους καλά τεκμηριωμένους ιστορικούς ισχυρισμούς και καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να τους επιτυγχάνουν· να αποδέχονται την ύπαρξη ποικίλων απόψεων και στάσεων· και να επιδεικνύουν σεβασμό προς το παρελθόν, τους ανθρώπους του και τα επιτεύγματά τους.

Η διάρκεια της Εισαγωγικής Ενότητας σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και εν μέρει συναποφασίζεται από τον/την κάθε εκπαιδευτικό και την ολομέλεια της τάξης, ανάλογα με τις ανάγκες, τις ευαισθησίες και τα ενδιαφέροντα των παιδιών. Η διάρκεια μπορεί να επεκταθεί ή να μειωθεί, σε σχέση με τον προτεινόμενο προγραμματισμό για την ολοκλήρωση της ενότητας (αρχές Νοεμβρίου). Είναι αυτονόητο ότι αυτή η επιλογή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τον προγραμματισμό που προτείνεται για τη διδασκαλία των ενοτήτων που ακολουθούν.

Ενδεικτικά σημειώνεται ότι για την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση του χρόνου και την αποφυγή αλληλοεπικαλύψεων, οι εκπαιδευτικοί – στην αρχή της σχολικής χρονιάς – οργανώνουμε την ενότητα εντοπίζοντας (σε συντονισμό με τους συναδέλφους μας που ίσως να διδάσκουν αυτά τα μαθήματα), τις συνδέσεις με τις κοινές θεματικές που υπάρχουν στα άλλα γνωστικά μαθήματα – έτσι ώστε να δώσουμε την ευκαιρία στα παιδιά να εμβαθύνουν στο ίδιο θέμα μέσα από την στοχοθεσία και τις πηγές διάφορων γνωστικών αντικειμένων. Εξαιρετικής σημασίας σε αυτή την ενότητα είναι επίσης η γνώση (εκ μέρους των εκπαιδευτικών) των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, του οικογενειακού περιβάλλοντος των παιδιών και των κοινωνιο-ψυχολογικών δυναμικών της τάξης.

Ερώτηση 5: Είναι δυνατόν τα παιδιά σε τόσο μικρές ηλικίες να εξάγουν αυθεντικά ιστορικά συμπεράσματα και να σκεφτούν κριτικά;»

Η διεθνής εκπαιδευτική έρευνα στον χώρο της ιστορικής παιδείας, αλλά και η εμπειρία από την εφαρμογή των διδακτικών προτάσεων των ΝΑΠ σε διάφορες τάξεις των δημοτικών σχολείων της Κύπρου, δείχνουν ότι τα παιδιά του δημοτικού σχολείου είναι σε θέση να αναπτύξουν ισχυρές ιδέες για την Ιστορία και να ανταποκριθούν στις διερευνήσεις που προτείνονται, δεδομένου ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί είμαστε ενήμεροι για το πώς αναπτύσσεται ο ιστορικός γραμματισμός. Η διεθνής εκπαιδευτική έρευνα στον χώρο της ιστορικής παιδείας, αλλά και η εμπειρία από την εφαρμογή των διδακτικών προτάσεων των ΝΑΠ σε διάφορες τάξεις των δημοτικών σχολείων της Κύπρου, δείχνουν ότι τα παιδιά του δημοτικού σχολείου είναι σε θέση να αναπτύξουν ισχυρές ιδέες για την Ιστορία και να ανταποκριθούν στις διερευνήσεις που προτείνονται, δεδομένου ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί είμαστε ενήμεροι για το πώς αναπτύσσεται ο ιστορικός γραμματισμός.

Ερώτηση 6: Γιατί προτείνεται η διδασκαλία των Επισκοπήσεων σε συνεχόμενα σαραντάλεπτα;»

Η προτεινόμενη διάρκεια των Επισκοπήσεων βασίζεται στην ιδέα (η οποία προκύπτει από τα πιο πρόσφατα ευρήματα της έρευνας που γίνεται σε σχέση με την οικοδόμηση ιστορικών πλαισίων), ότι οι αρχικές πληροφορίες που θα πάρουν τα παιδιά για τις διάφορες εποχές (βλ. Παρουσιάσεις PowerPoint), στη συνέχεια θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στο ίδιο μάθημα από τα παιδιά για να κάνουν συγκρίσεις και να εντοπίσουν αλλαγές και συνέχειες. Αυτό θα δώσει νόημα στις πληροφορίες και έτσι θα έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να διατηρηθούν στη μνήμη των παιδιών. Η μεσολάβηση χρόνου ανάμεσα στην παρουσίαση των πληροφοριών και τις δραστηριότητες που ακολουθούν, θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια πολλών από αυτές τις πληροφορίες. H διδασκαλία των Επισκοπήσεων σε συνεχόμενα σαραντάλεπτα θα γίνει μόνο για τα τέσσερα μαθήματα, όπως αυτά περιγράφονται στις 4 Διδακτικές Προτάσεις των Επισκοπήσεων. Η ογδοντάλεπτη διάρκεια μπορεί να εξασφαλισθεί μέσα από τον συντονισμό και τη συνεννόηση Διεύθυνσης και Εκπαιδευτικών του σχολείου (στις περιπτώσεις όπου το μάθημα της Ιστορίας δεν διδάσκεται από τον/την δάσκαλο/α της τάξης). Όπου η ογδοντάλεπτη διδασκαλία είναι απολύτως αδύνατη, οι Διδακτικές Προτάσεις περιλαμβάνουν εναλλακτικό σχεδιασμό για τη διδασκαλία των επισκοπήσεων σε ξεχωριστά σαραντάλεπτα.

Ερώτηση 7: Γιατί οι επισκοπήσεις προηγούνται των διδασκαλιών των επιμέρους θεμάτων; Δεν θα ήταν πιο σωστό να γίνονται στο τέλος της σχολικής χρονιάς ως επανάληψη;

Η διδασκαλία των Επισκοπήσεων στοχεύει στη δημιουργία αρχικών ιστορικών πλαισίων πάνω στα οποία να μπορεί να τοποθετηθεί η γνώση, η οποία θα αναπτυχθεί στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, ώστε να αποκτήσει νόημα. Κάτι ανάλογο, αλλά σε πολύ πιο απλή μορφή, είναι η συνηθισμένη, εδώ και χρόνια, πρακτική της χρήσης ιστορικών γραμμών, οι οποίες χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν τα παιδιά να συνδέσουν αυτά που διδάσκονται με το τι προηγείται και τι έπεται. Επιπλέον, οι Επισκοπήσεις στοχεύουν στο να βοηθήσουν τα παιδιά να εντοπίσουν εξαρχής τα βασικά χαρακτηριστικά των υπό μελέτη εποχών, τις αλλαγές που ορίζουν τη μετάβαση από την μια στην άλλη, αλλά και τις συνέχειες, οι οποίες αναδεικνύουν χαρακτηριστικά που διατηρούνται. Η διδασκαλία των Επισκοπήσεων, που εκφράζεται μέσα από τις Διδακτικές Προτάσεις, αποτελεί μέρος μιας γενικότερης προσέγγισης (Προσέγγιση των Συνοπτικών Πλαισίων), η οποία άρχισε να αναπτύσσεται σε διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα την τελευταία δεκαετία με στόχο να ξεπεράσει το διαχρονικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στην ανάπτυξη γνώσης περιεχομένου. Τα πρώτα αποτελέσματα που έχουμε από ενήμερους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι επιμορφώθηκαν και εφάρμοσαν τη συγκεκριμένη προσέγγιση κατά την περσινή σχολική χρονιά, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Οι εκπαιδευτικοί αυτοί δηλώνουν ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση, όχι μόνο έχει συμβάλει ουσιαστικά στο να θυμούνται τα παιδιά αυτά που διδάχθηκαν κατά τη διάρκεια της χρονιάς, αλλά και στο να κάνουν ουσιαστικές συνδέσεις ανάμεσα στις διάφορες ιστορικές περιόδους που μελέτησαν.

Ερώτηση 8: Ποιος ο ρόλος των Καρτών Εργασίας στη διδασκαλία της Ιστορίας;

Οι Κάρτες Εργασίας στόχο έχουν να βοηθήσουν τα παιδιά να κατανοήσουν καλύτερα τι άλλαξε και τι έμεινε το ίδιο στη ζωή των ανθρώπων από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα. Παράλληλα, στόχο έχουν να βοηθήσουν τα παιδιά να οργανώσουν τη σκέψη τους και να θυμούνται καλύτερα αυτά που θα διερευνούν στο μάθημα της Ιστορίας, δηλαδή τα σημαντικότερα στοιχεία της ζωής των ανθρώπων στις υπό μελέτη περιόδους. Οι Κάρτες Εργασίας περιλαμβάνουν βασικές πληροφορίες για το τι άλλαξε και τι έμεινε το ίδιο στη ζωή των ανθρώπων από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα (αυτές που παρουσιάζονται στις Επισκοπήσεις). Μέσα από τις διάφορες διερευνήσεις, όπως αυτές παρουσιάζονται στις Διδακτικές Προτάσεις και τα Φύλλα Εργασίας, τα παιδιά θα ανακαλύπτουν διαρκώς ακόμη περισσότερα και πιο συγκεκριμένα, για κάθε περίπτωση μελέτης, στοιχεία για την ιστορία των ανθρώπων που έζησαν στις υπό εξέταση περιόδους. Είναι για αυτό τον λόγο που δόθηκε στο υλικό η μορφή των Καρτών Εργασίας ούτως ώστε, αμέσως μετά από κάθε μάθημα, τα παιδιά να μπορούν να συμπληρώνουν τις κάρτες αυτές, προσθέτοντας τις πληροφορίες που εντόπισαν (κύρια σημεία, ζωγραφιές, σχέδια, εικόνες, φωτογραφίες) και που τα ίδια έχουν κρίνει ότι είναι σημαντικές ή ενδιαφέρουσες και θα ήθελαν να θυμούνται. Με άλλα λόγια, οι Κάρτες Εργασίες αποτελούν ουσιαστικά την υλική αναπαράσταση των ιστορικών πλαισίων που το κάθε παιδί θα αναπτύσσει κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.

Ερώτηση 9: Δεν θα έπρεπε τα παιδιά να διδαχθούν κάποια πράγματα σχετικά με το επάγγελμα του αρχαιολόγου πριν την διδασκαλία των σχετικών διδακτικών προτάσεων;»

Ένας από τους στόχους αυτών των Διδακτικών Προτάσεων για τη Γ΄ τάξη είναι ακριβώς η βιωματική εμπλοκή των παιδιών στις διαδικασίες της αρχαιολογίας. Έχοντας αυτό υπόψη δεν χρειάζεται τα παιδιά να διδαχθούν εκ των προτέρων ορισμούς σχετικούς με την έννοια του αρχαιολόγου ή τα χαρακτηριστικά της δουλειάς του. Άλλωστε, στην Εισαγωγική Ενότητα για τη Δ’ τάξης τα παιδιά αναλαμβάνουν να μελετήσουν τα διάφορα είδη αρχαιολόγων, και να εμπλακούν τα ίδια στη διαδικασία ανασκαφής και ερμηνείας των ευρημάτων.

Ερώτηση 10: Ενδείκνυται η χρήση του τετραδίου στη διδασκαλία της Ιστορίας;

Η διαχείριση της αυτονομίας αποτελεί επαγγελματική ευθύνη του/της κάθε εκπαιδευτικού που ως επιστήμονας καλείται, για την οργάνωση της αποτελεσματικότερης μαθησιακής διαδικασίας μέσα στις δύο μόνο διδακτικές περιόδους την εβδομάδα που έχει στη διάθεσή του, να επιλέξει τα καταλληλότερα μέσα που να ανταποκρίνονται στο μικροεπίπεδο της τάξης του. Το τετράδιο είναι ένα από τα μέσα που έχει στη διάθεση του ο/η εκπαιδευτικός και η αξιοποίησή του εναπόκειται στη διακριτική του/της ευχέρεια, δεδομένου ότι οι δραστηριότητες οι οποίες γίνονται στο τετράδιο είναι συμβατές με τις δραστηριότητες που καλλιεργούν την ιστορική σκέψη και δεν στερούν από το παιδί (βλ. αντιγραφή κύριων σημείων από τον πίνακα, ή «ζωγραφίστε ό,τι θέλετε») τη συμμετοχή του σε πιο ουσιαστικές και γόνιμες μαθησιακές διαδικασίες. Τα παιδιά, στο τέλος του κάθε μαθήματος, μπορούν να προσθέσουν τις πληροφορίες που εντόπισαν (κύρια σημεία, ζωγραφιές, σχέδια, εικόνες, φωτογραφίες) και που τα ίδια έχουν κρίνει ότι είναι σημαντικές ή ενδιαφέρουσες και θα ήθελαν να θυμούνται στις Κάρτες Εργασίας, οι οποίες αποτελούν ουσιαστικά την υλική αναπαράσταση των ιστορικών πλαισίων που το κάθε παιδί θα αναπτύσσει κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.

Ερώτηση 11: Τα σχολικά βιβλία Ιστορίας της Στ΄ τάξης (Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων Ελλάδας) είναι δύσκολο να αξιοποιηθούν στη διδασκαλία, αφού κάθε κεφάλαιο περιλαμβάνει πολλές πληροφορίες και έννοιες και η γλώσσα είναι δύσκολη για τα παιδιά της συγκεκριμένης ηλικίας. Πώς αντιμετωπίζεται αυτό το πρόβλημα;»

Η υπερβολική εξάρτηση από ένα σχολικό εγχειρίδιο έχει αρνητική επίδραση στην προσπάθεια μας να οργανώσουμε τη μαθησιακή διαδικασία με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των παιδιών. Η προσπάθεια «κάλυψης» όλων όσων αναφέρονται σε κάθε κεφάλαιο δεν αφήνει χρόνο για ενεργό εμπλοκή των παιδιών με αυθεντικές ιστορικές διερευνήσεις, οι οποίες να βοηθούν την ανάπτυξη επιστημολογικής κατανόησης. Στοχεύουμε στο να βοηθήσουμε τα παιδιά να κατανοήσουν ότι τα σχολικά εγχειρίδια, όπως και οποιαδήποτε άλλη πηγή, μπορούν να μας δώσουν τεκμήρια που απαντούν σε διάφορα ιστορικά ερωτήματα. Τα σχολικά εγχειρίδια εντάσσονται στη μαθησιακή διαδικασία ως συγκεκριμένο είδος πηγών. Στη διαδικασία της ιστορικής διερεύνησης, τα σχολικά εγχειρίδια δεν αποτελούν τη «μόνη πηγή της ‘αυθεντικής’ γνώσης», αλλά υπόκεινται σε κριτική, όπως όλες οι υπόλοιπες πηγές.

Επίσης, η προσπάθεια «κάλυψης» και «μετάδοσης» όλων όσων αναφέρονται στα σχολικά εγχειρίδια επηρεάζει αρνητικά και την ανάπτυξη της γνώσης περιεχομένου. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι το σχολικό εγχειρίδιο είναι ένα από τα πολλά μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας ως εκπαιδευτικοί, και όχι το ίδιο το Αναλυτικό Πρόγραμμα. Βασικό κριτήριο για τον σχεδιασμό μιας μαθησιακής διαδικασίας δεν θα πρέπει να είναι το περιεχόμενο του σχολικού εγχειριδίου, αλλά το τι είναι σημαντικό και εφικτό να διδαχθούν τα παιδιά για ένα συγκεκριμένο γεγονός/ φαινόμενο/ ιστορική περίοδο. Μέσα από αυτή τη διαδικασία προκύπτουν οι στόχοι του κάθε μαθήματος. Αυτοί πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και ρεαλιστικοί και να στοχεύουν τόσο στην ανάπτυξη γνώσης περιεχομένου (τι να μάθουν τα παιδιά για το παρελθόν;) όσο στην ανάπτυξη ιστορική σκέψης (τι να μάθουν τα παιδιά για το πώς μαθαίνουμε για το παρελθόν;).

Ερώτηση 12: Πώς αξιολογούνται τα παιδιά στο μάθημα της Ιστορίας;»

Η αξιολόγηση στο μάθημα της Ιστορίας θα πρέπει να μετρά το βαθμό στον οποίο επιτυγχάνονται οι στόχοι (ειδικοί για κάθε μάθημα και γενικοί για κάθε ενότητα). Η αξιολόγηση θα πρέπει να είναι τόσο συντρέχουσα όσο και τελική, τόσο κατά τη διάρκεια του κάθε μαθήματος όσο και των ενοτήτων. Σε ότι αφορά το κάθε μάθημα, σε κάθε διδακτική πρόταση συμπεριλαμβάνεται μια τελική δραστηριότητα (ανακεφαλαίωση), η οποία δίνει την ευκαιρία για τελική αξιολόγηση του μαθήματος. Πέρα από αυτό, η αξιολόγηση στην Ιστορία δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο σε δοκίμια αξιολόγησης στο τέλος κάθε ενότητας, τα οποία ουσιαστικά μετρούν την επίδοση των παιδιών σε ένα συγκεκριμένο δοκίμιο, σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αντίθετα, η αξιολόγηση αποτελεί βασικό παράγοντα κινητοποίησης και ανατροφοδότησης παιδιών και εκπαιδευτικών και ορίζεται ως μια συνεχής, δυναμική και ανοικτή διαδικασία, η οποία αποτελεί οργανικό τμήμα της μαθησιακής διαδικασίας. Δεν αποτελεί αυτοσκοπό, δεν ταυτίζεται με την «εξέταση» επί του μαθήματος, δεν συνιστά ελεγκτικό μηχανισμό με χρονικά οριοθετημένη μέτρηση. Πραγματοποιείται με πολλαπλές και εναλλασσόμενες μορφές. Ο τρόπος και η μορφή της αξιολόγησης, στα πλαίσια της αυτονομίας, η οποία αποτελεί εκ των ον ουκ άνευ προϋπόθεση για την επιτυχία των ΝΑΠ επαφίεται στον/την ίδιο/α την/τον εκπαιδευτικό. Η διαχείριση της αυτονομίας αποτελεί εξάλλου επαγγελματική ευθύνη του/της κάθε εκπαιδευτικού που ως επιστήμονας εκπαιδευτικός καλείται να επιλέξει τα καταλληλότερα μέσα αξιολόγησης, τα οποία να ανταποκρίνονται στο μικροεπίπεδο της τάξης του. Ενδεικτικά, στις Διδακτικές Προτάσεις παροτρύνονται οι εκπαιδευτικοί να συλλέγουμε δεδομένα για το κάθε παιδί μέσα από π.χ.:
  • τη δημιουργία Φακέλου Επιτευγμάτων και την αρχειοθέτηση σε αυτόν, με συστηματικό τρόπο, των Φύλλων Εργασίας καθώς και άλλων πηγών που το παιδί συλλέγει,
  • την παρατήρηση του τι και του πώς το κάθε παιδί επιλέγει να συμπληρώνει στις Κάρτες Εργασίας
  • την τήρηση αρχείου παρατήρησης για την πρόοδο του κάθε παιδιού,
  • την τήρηση αναστοχαστικού ημερολογίου τόσο από τον εκπαιδευτικό όσο και από τα παιδιά κ.ά..

Ερώτηση 13: Πολλές από τις διδακτικές προτάσεις αναφέρονται σε προϋπάρχουσες γνώσεις τις οποίες μπορεί να μην έχουν υπόψη οι εκπαιδευτικοί. Δεν θα έπρεπε αυτές οι πληροφορίες να συμπεριλαμβάνονται στον οδηγό του εκπαιδευτικού;»

Οι Διδακτικές Προτάσεις περιλαμβάνουν μια σειρά από συγκεκριμένες προτεινόμενες πορείες διδασκαλίας, με επεξηγήσεις και περιγραφές δραστηριοτήτων, με τρόπο που να ενδυναμώνεται, κλιμακωτά, η ανάπτυξη του ιστορικού γραμματισμού καθ’όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Τόσο στις Διδακτικές Προτάσεις όσο και στα Φύλλα Εργασίας δίνεται ένας πλούσιος αριθμός πηγών μαζί με τις παραπομπές τους, ώστε να υπάρχει πρόσβαση σε επιπλέον πληροφορίες για τη γνώση περιεχομένου που συνδέεται με το κάθε μάθημα.

Όπως έχει προαναφερθεί, οι Διδακτικές Προτάσεις, τα Φύλλα Εργασίας και οι Κάρτες Εργασίας δεν αποτελούν μια «τελική» έκδοση, αλλά αναμένουμε ότι θα εξελίσσεται στην πορεία των χρόνων και θα εμπλουτίζεται τακτικά βάσει των ερευνητικών ευρημάτων των επιστημών της Παιδαγωγικής και της Ιστορίας· αλλά και μέσα από την συνεισφορά διδακτικών προτάσεων από τους ίδιους τους/τις εκπαιδευτικούς. Άλλωστε, αυτό συνάδει τόσο με τη φιλοσοφία και τις επιδιώξεις

Ερώτηση 14: Ποια είναι η θέση της ελληνικής μυθολογία στη διδασκαλία της Ιστορίας;»

Μέσα από τις Διδακτικές Προτάσεις του νέου εκπαιδευτικού υλικού των ΝΑΠ Ιστορίας, η ελληνική μυθολογία συνδέεται λειτουργικά με τη διδασκαλία της Ιστορίας ως μια ιδιαίτερη πηγή πληροφόρησης για το παρελθόν, η οποία ενώ μπορεί να μας δώσει σημαντικά τεκμήρια για διάφορες πτυχές της ζωής στο παρελθόν, ταυτόχρονα πρέπει να διακρίνεται από τις ιστορικές αναφορές. Υπό αυτή την έννοια τα παιδιά μελετούν την μυθολογία για να εντοπίσουν πληροφορίες για το παρελθόν (π.χ. τρόπος ζωής, θρησκεία, κ.ά.), αλλά ταυτόχρονα και για να εντοπίσουν στοιχεία που διακρίνουν τον μύθο από την Ιστορία. Πολλά από τα θέματα της μυθολογίας που μέχρι τώρα διδάσκονταν στη Γ’ τάξη έχουν μετακινηθεί κι ενταχθεί λειτουργικά στις Διδακτικές Προτάσεις της Δ’ τάξης, αφού πολλοί μύθοι αποτελούν δείγματα των ιδεών και του τρόπου έκφρασης των ανθρώπων της Γεωμετρικής Εποχής και μετέπειτα.

Ερώτηση 15: Γιατί τα φύλλα εργασίας για τη Γ΄ τάξη περιέχουν σχεδόν αποκλειστικά παραστατικές πηγές (εικόνες/ φωτογραφίες) και σχεδόν καθόλου γραπτές;

Οι πρωτογενείς πηγές από τις εποχές οι οποίες μελετούνται στην Γ΄ τάξη (Παλαιολιθική, Νεολιθική και Εποχή του Χαλκού), είναι στην πλειονότητα τους παραστατικές, αφού η γραφή εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά την Εποχή του Χαλκού. Έχοντας αυτό υπόψη η αυθεντική ιστορική διερεύνηση πρωτογενών πηγών μπορεί να γίνει μόνο με παραστατικές πηγές. Επιπλέον, η φύση αυτών των πηγών επιτρέπει τη μελέτη τους ανεξάρτητα από το αναγνωστικό επίπεδο των παιδιών, κάτι που επιτρέπει την εμπλοκή όλων των παιδιών στη μαθησιακή διδαδικασία.

Ερώτηση 16: Με ποιο τρόπο μπορεί να αντιμετωπισθεί η έλλειψη επιπρόσθετου υλικού για τη διδασκαλία της Ιστορίας (ιδιαίτερα της Ιστορίας της Κύπρου) για την Ε΄ και Στ΄ τάξη;

Αυτή είναι μια πολύ σοβαρή έλλειψη, η οποία δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό το έργο των εκπαιδευτικών στην Ε΄ και Στ΄ τάξη. Προς το παρόν, η χαρτογράφηση υλικού, η οποία είναι αναρτημένη στο διαδίκτυο αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια συλλογής και παρουσίασης αρκετών σχετικών πηγών. Μια χρήσιμη, προσβάσιμη πηγή που προτείνεται είναι τα σχολικά εγχειρίδια της Μέσης Εκπαίδευσης. Σε πολλές περιπτώσεις το υλικό των εγχειριδίων αυτών μπορεί, με την κατάλληλη επιλογή, να χρησιμοποιηθεί και από τα παιδιά του δημοτικού.

Σημαντική επίσης θεωρείται η συμβολή των εκπαιδευτικών που διδάσκουν σε αυτές τις τάξεις – ενθαρρύνονται να μοιράζονται το υλικό τους, είτε με συναδέλφους από το ίδιο ή τα γειτονικά σχολεία είτε με το σύνολο των εκπαιδευτικών με αποστολή της δουλειάς τους στην ομάδα Ιστορίας.

Ερώτηση 17: Δεν θα ήταν καλύτερα να υπάρχει ένα βασικό εγχειρίδιο, το οποίο τα παιδιά να μπορούν να μεταφέρουν στο σπίτι για να μπορούν να μελετήσουν όταν χρειάζεται; Αυτό είναι επίσης αναγκαίο για να μπορούν οι γονείς να παρακολουθούν τι συμβαίνει στο σχολείο.

Η προσέγγιση που οι Διδακτικές Προτάσεις ακολουθούν δεν απαιτεί από τα παιδιά να μελετούν στο σπίτι με την έννοια του να «μάθουν» πληροφορίες μέσα από κείμενα που υπάρχουν στο εγχειρίδιο. Η ανάπτυξη γνώσης (περιεχομένου και επιστημολογικής) είναι διαδικασία που αναπτύσσεται στην τάξη κι όχι στο σπίτι υπό τη μορφή αποστήθισης και επανάληψης. Τα παιδιά στο σπίτι αναλαμβάνουν αποστολές για περαιτέρω διερευνήσεις, οι οποίες επεκτείνουν την εμπειρία τους και κατ’ επέκταση την ιστορική γνώση.

Η αποφυγή αποστήθισης και επανάληψης ισχύει και στην περίπτωση των αξιολογήσεων, οι οποίες πρέπει να μετρούν την γνώση που έχει κατακτήσει πραγματικά το παιδί και όχι αυτή που μπορεί να θυμάται λόγω της μελέτης της προηγούμενης μέρας.

Το ότι οι γονείς/κηδεμόνες θα πρέπει να έχουν μια σαφή εικόνα και να στηρίζουν τη δουλειά που γίνεται στο σχολείο αποτελεί μια εκ των ον ουκ άνευ προϋπόθεση επιτυχίας, αλλά αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την τήρηση και μεταφορά ανά τακτά διαστήματα του Φακέλου Επιτευγμάτων στο σπίτι. Επίσης, μπορεί να επιτευχθεί και μέσω της τακτικής επικοινωνίας με τον/την εκπαιδευτικό και της συζήτησης με το ίδιο το παιδί.

Σε καμία περίπτωση δεν αναμένουμε από τους γονείς/κηδεμόνες να «διαβάσουν» στα παιδιά τους. Αναμένουμε όμως την στήριξη, ενθάρρυνση και παροχή διευκολύνσεων προς τα παιδιά στις περιπτώσεις όπου τα παιδιά αναλαμβάνουν να διερευνήσουν συγκεκριμένες αποστολές εκτός σχολικού χρόνου, όπως περιγράφονται πιο πάνω.

Ερώτηση 18: Υπάρχουν σχεδιασμοί για πιο εκτεταμένη επιμόρφωση;

Παρά τους περιορισμούς που προκύπτουν από το γεγονός ότι η ομάδα Ιστορίας είναι υποστελεχωμένη σε σχέση με τις ανάγκες που προκύπτουν από την εφαρμογή των ΝΑΠ (στήριξη στη σχολική μονάδα, δημιουργία νέου εκπαιδευτικού υλικού, εμπλουτισμός τράπεζας υλικού και ιστοσελίδας, αξιολόγηση υλικού, κ.ά.), έγιναν και γίνονται σχεδιασμοί για πιο εκτεταμένη και αποτελεσματική επιμόρφωση κατά την επόμενη σχολική χρονιά. Καθοριστικός παράγοντας για βελτίωση της παρεχόμενης επιμόρφωσης είναι η συνεχής ανατροφοδότηση από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς.


Γλώσσα και Πολιτισμός (π.χ. Πώς οργανώνουμε μια έκθεση στην τάξη μας, Το σχολείο μας: Τι άλλαξε και τι έμεινε το ίδιο), Αγωγή Υγείας (π.χ. Ποιος είμαι; Ποια είμαι; Τι είναι οικογένεια), Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Αειφόρος Ανάπτυξη (π.χ. Τα σχολεία μας: Αλλαγές παντού), Εικαστικές Τέχνες, Θρησκευτικά.
Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (2012). Διδακτικές προτάσεις και ιδέες για εκπαιδευτικούς που διδάσκουν Ιστορία Γ΄ τάξης Δημοτικού. Λευκωσία: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων, σ. 7-28.